Θα είναι για πολύν καιρό μαζί μας η συζήτηση για το Ασφαλιστικό, όπως την άνοιξε η παρουσίαση της Έκθεσης-πρότασης του ΙΟΒΕ «Συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση και ανάπτυξη». Ή… θα ‘πρεπε να είναι, όσο κι αν η εγκατάσταση τώρα σε εκλογικό χρόνο υπόσχεται/απειλεί η συζήτηση γύρω από το αν (ή μάλλον πόσο…) είναι απαραίτητη η ενσωμάτωση στο Ασφαλιστικό «μας» ενός κεφαλαιοποιητικού πυλώνα να περιορισθεί -και δεν θα ‘ναι η πρώτη φορά!- σε αλληλοκαταγγελίες περί «συστήματος Πινοσέτ» ή περί «ευθύνης εκτροχιασμού Κατρούγκαλου».
Ήταν σημαντικό να σημειώσει κανείς πώς, στην ανάπτυξη της θέσης του ΙΟΒΕ, ο Νίκος Βέττας προέταξε μιαν υπενθύμιση του πόσο χαμηλά βρίσκονται -ακόμη και μετά την επαναφορά ρυθμών ανάπτυξης στην ελληνική οικονομία- οι επενδύσεις. Σε μόλις 12% του ΑΕΠ βρίσκονταν ακόμη οι επενδύσεις το 2018, έναντι σχεδόν 26% του 2008 - με την κατάρρευση όμως του ΑΕΠ να σημαίνει
ότι τα τότε σχεδόν 70 δισ. ευρώ έμειναν σήμερα μόλις 30 δισ. Δεν χρειάζεται εν τω μεταξύ πολλές υπομνήσεις το ύψος της ανεργίας, στο 18% του εργατικού δυναμικού (έναντι 8% του μέσου όρου Ευρωζώνης), όμως ίσως αιχμηρότερη να είναι η διαπίστωση ότι η Ελλάδα παραμένει στα κατώτερα επίπεδα -μόνη η Ιταλία χειρότερη, από συγκρίσιμες χώρες- ως προς τη συμμετοχή στην αγορά εργασίας: 68% έναντι 74% μέσου όρου Ε.Ε., με Γαλλία στο 72%, Πορτογαλία/Ισπανία στο 75%. Ελάτε, σιγά-σιγά να μην έχουμε απότομες συγκινήσεις, να δούμε λίγο το δημογραφικό/τη γήρανση του πληθυσμού: περιττή η εικόνα του 1960, τότε που στις ηλικίες των 20-39 ετών βρίσκαμε 33%, σε εκείνην των 60+ μόλις 11%. Αλλά από τα σήμερα, όπου οι νέες ηλικίες έχουν το 23% και οι άνω των 60 το 28% (η μεσαία στρώση, των 40-59 είναι στο 30%) έχουμε προβολή στο 2060 με μόλις 18% στις νέες ηλικίες, 42% στις άνω των 60 (και 24% στις μεσαίες, τις πιο δραστήρια παραδοσιακά ηλικίες). Αν η εικόνα αυτή σας κάνει να μιλάτε για μελλοντική «χώρα συνταξιούχων», σκεφθείτε μήπως… το αύριο είναι σήμερα! Σχεδόν το 25% του συνολικού πληθυσμού της Ελλάδας είναι άνω των 65 ετών ήδη. Και -προσοχή!- αυτοί απορροφούν το 29% της συνολικής συνταξιοδοτικής δαπάνης στην Ελλάδα.
Αυτή η απεικόνιση της πραγματικότητας, χωρίς καν την αναγωγή σε μνήμες Έκθεσης Σπράου και εγκατάλειψης του (σχεδίου) Νόμου Γιαννίτση ή, πιο άμεσα, θέσπισης Νόμου Κατρούγκαλου, αρκεί για να δείξει το πού/πώς βρεθήκαμε. Είχε μεγάλο ενδιαφέρον η παραδοχή Βέττα/ΙΟΒΕ ότι οι διαρθρωτικές παρεμβάσεις (υπό ακραία πίεση Τρόικας: δικό μας το παρένθετο σχόλιο) της περιόδου 2010-18/των Μνημονίων, με την ενοποίηση των Ταμείων, την εξίσωση εισφορών και την ενιαιοποίηση υπολογισμού παροχών, την αναγωγή των παροχών στο σύνολο του εργασιακού βίου, αλλά και οι παραμετρικές προσαρμογές με την αύξηση των ορίων ηλικίας, την αυστηροποίηση των πρόωρων συντάξεων, τις ίδιες τις περικοπές των συντάξεων, όλα αυτά έφεραν «εξορθολογισμό του συστήματος». Και -ναι!- βελτίωσαν, σύμφωνα με τις αναλογιστικές μελέτες, τη βιωσιμότητα και την επάρκεια του συστήματος. (Ογκώδης λεπτομέρεια: τα σχετικά σενάρια δέχονται υψηλά ποσοστά συμμετοχής στην αγορά εργασίας, αποκλιμάκωση της ανεργίας και αύξηση των γεννήσεων. Μην πάτε να τα επαληθεύσετε, καλύτερα.)
Εκεί όμως που η προσέγγιση ΙΟΒΕ -όπως και νωρίτερα εκείνη Τήνιου-Νεκτάριου- πάει τη συζήτηση παραπέρα, είναι η σύνδεση της παγίως επανερχόμενης συζήτησης περί των κεφαλαιοποιητικών πυλώνων που λείπουν απελπιστικά από την ελληνική περίπτωση - σήμερα έχουμε στην Ελλάδα μόλις 0,8% του ΑΕΠ σε επενδύσεις κεφαλαιοποιητικών και ιδιωτικών συντάξεων, στην Ιταλία 9,8%, στη Γαλλία 10,1%, στην Πορτογαλία 11,4%, στην Ισπανία 13,6% - με την ανάγκη συνεισφοράς στην ανάπτυξη. Και… τη δυνατότητα αυτής της συνεισφοράς. Μάλιστα, τη στιγμή που οι υποχρεωτικές, μη κεφαλαιοποιητικές εισφορές για σύνταξη (στο 27%) είναι κορυφαίες για Ευρώπη -πλην Ιταλίας- και που η οριακή επιβάρυνση από φόρους και εισφορές, αθροιστικά, στην κλίμακα 140.000-80.000 ευρώ ετήσιου εισοδήματος είναι εξαιρετικά υψηλή, η δε ανταποδοτικότητα των συντάξεων… άσε καλύτερα!
Όλα αυτά, πού οδηγούν; Σε πρόταση για κατάργηση των εισφορών για επικουρικές αναδιανεμητικού χαρακτήρα, με χαμηλότερο πλαφόν εισφορών γενικά ΚΑΙ με δημιουργία πλήρως κεφαλαιοποιητικής «νέας» επικουρικής, με ατομικούς λογαριασμούς αποταμίευσης και αφορολόγητο των εισφορών 6%. Αυτά μέσω Συνταξιοδοτικών Ταμείων, ιδιωτικού ή δημοσίου χαρακτήρα, με αυστηρή εποπτεία και δικαίωμα επιλογής του ασφαλισμένου.
Ήταν σημαντικό να σημειώσει κανείς πώς, στην ανάπτυξη της θέσης του ΙΟΒΕ, ο Νίκος Βέττας προέταξε μιαν υπενθύμιση του πόσο χαμηλά βρίσκονται -ακόμη και μετά την επαναφορά ρυθμών ανάπτυξης στην ελληνική οικονομία- οι επενδύσεις. Σε μόλις 12% του ΑΕΠ βρίσκονταν ακόμη οι επενδύσεις το 2018, έναντι σχεδόν 26% του 2008 - με την κατάρρευση όμως του ΑΕΠ να σημαίνει
ότι τα τότε σχεδόν 70 δισ. ευρώ έμειναν σήμερα μόλις 30 δισ. Δεν χρειάζεται εν τω μεταξύ πολλές υπομνήσεις το ύψος της ανεργίας, στο 18% του εργατικού δυναμικού (έναντι 8% του μέσου όρου Ευρωζώνης), όμως ίσως αιχμηρότερη να είναι η διαπίστωση ότι η Ελλάδα παραμένει στα κατώτερα επίπεδα -μόνη η Ιταλία χειρότερη, από συγκρίσιμες χώρες- ως προς τη συμμετοχή στην αγορά εργασίας: 68% έναντι 74% μέσου όρου Ε.Ε., με Γαλλία στο 72%, Πορτογαλία/Ισπανία στο 75%. Ελάτε, σιγά-σιγά να μην έχουμε απότομες συγκινήσεις, να δούμε λίγο το δημογραφικό/τη γήρανση του πληθυσμού: περιττή η εικόνα του 1960, τότε που στις ηλικίες των 20-39 ετών βρίσκαμε 33%, σε εκείνην των 60+ μόλις 11%. Αλλά από τα σήμερα, όπου οι νέες ηλικίες έχουν το 23% και οι άνω των 60 το 28% (η μεσαία στρώση, των 40-59 είναι στο 30%) έχουμε προβολή στο 2060 με μόλις 18% στις νέες ηλικίες, 42% στις άνω των 60 (και 24% στις μεσαίες, τις πιο δραστήρια παραδοσιακά ηλικίες). Αν η εικόνα αυτή σας κάνει να μιλάτε για μελλοντική «χώρα συνταξιούχων», σκεφθείτε μήπως… το αύριο είναι σήμερα! Σχεδόν το 25% του συνολικού πληθυσμού της Ελλάδας είναι άνω των 65 ετών ήδη. Και -προσοχή!- αυτοί απορροφούν το 29% της συνολικής συνταξιοδοτικής δαπάνης στην Ελλάδα.
Αυτή η απεικόνιση της πραγματικότητας, χωρίς καν την αναγωγή σε μνήμες Έκθεσης Σπράου και εγκατάλειψης του (σχεδίου) Νόμου Γιαννίτση ή, πιο άμεσα, θέσπισης Νόμου Κατρούγκαλου, αρκεί για να δείξει το πού/πώς βρεθήκαμε. Είχε μεγάλο ενδιαφέρον η παραδοχή Βέττα/ΙΟΒΕ ότι οι διαρθρωτικές παρεμβάσεις (υπό ακραία πίεση Τρόικας: δικό μας το παρένθετο σχόλιο) της περιόδου 2010-18/των Μνημονίων, με την ενοποίηση των Ταμείων, την εξίσωση εισφορών και την ενιαιοποίηση υπολογισμού παροχών, την αναγωγή των παροχών στο σύνολο του εργασιακού βίου, αλλά και οι παραμετρικές προσαρμογές με την αύξηση των ορίων ηλικίας, την αυστηροποίηση των πρόωρων συντάξεων, τις ίδιες τις περικοπές των συντάξεων, όλα αυτά έφεραν «εξορθολογισμό του συστήματος». Και -ναι!- βελτίωσαν, σύμφωνα με τις αναλογιστικές μελέτες, τη βιωσιμότητα και την επάρκεια του συστήματος. (Ογκώδης λεπτομέρεια: τα σχετικά σενάρια δέχονται υψηλά ποσοστά συμμετοχής στην αγορά εργασίας, αποκλιμάκωση της ανεργίας και αύξηση των γεννήσεων. Μην πάτε να τα επαληθεύσετε, καλύτερα.)
Εκεί όμως που η προσέγγιση ΙΟΒΕ -όπως και νωρίτερα εκείνη Τήνιου-Νεκτάριου- πάει τη συζήτηση παραπέρα, είναι η σύνδεση της παγίως επανερχόμενης συζήτησης περί των κεφαλαιοποιητικών πυλώνων που λείπουν απελπιστικά από την ελληνική περίπτωση - σήμερα έχουμε στην Ελλάδα μόλις 0,8% του ΑΕΠ σε επενδύσεις κεφαλαιοποιητικών και ιδιωτικών συντάξεων, στην Ιταλία 9,8%, στη Γαλλία 10,1%, στην Πορτογαλία 11,4%, στην Ισπανία 13,6% - με την ανάγκη συνεισφοράς στην ανάπτυξη. Και… τη δυνατότητα αυτής της συνεισφοράς. Μάλιστα, τη στιγμή που οι υποχρεωτικές, μη κεφαλαιοποιητικές εισφορές για σύνταξη (στο 27%) είναι κορυφαίες για Ευρώπη -πλην Ιταλίας- και που η οριακή επιβάρυνση από φόρους και εισφορές, αθροιστικά, στην κλίμακα 140.000-80.000 ευρώ ετήσιου εισοδήματος είναι εξαιρετικά υψηλή, η δε ανταποδοτικότητα των συντάξεων… άσε καλύτερα!
Όλα αυτά, πού οδηγούν; Σε πρόταση για κατάργηση των εισφορών για επικουρικές αναδιανεμητικού χαρακτήρα, με χαμηλότερο πλαφόν εισφορών γενικά ΚΑΙ με δημιουργία πλήρως κεφαλαιοποιητικής «νέας» επικουρικής, με ατομικούς λογαριασμούς αποταμίευσης και αφορολόγητο των εισφορών 6%. Αυτά μέσω Συνταξιοδοτικών Ταμείων, ιδιωτικού ή δημοσίου χαρακτήρα, με αυστηρή εποπτεία και δικαίωμα επιλογής του ασφαλισμένου.